Η διαταραχή άγχους ασθένειας (Υποχονδρίαση)

υποχόνδριος
Η διαταραχή άγχους ασθένειας (Υποχονδρίαση)

Είναι πιθανό να γνωρίζετε κάποιον που φοβάται διαρκώς και υπερβολικά πως είναι άρρωστος.

Νέλλη Παγκάκη
Ασχολείται διαρκώς με την υποτιθέμενη αρρώστια του, μιλάει γι αυτήν, ψάχνει, διαβάζει και πηγαίνει συχνά σε γιατρούς. Οι γύρω του μπορεί να θυμώνουν ή να τον πειράζουν για την εμμονή του αυτή, να τον φωνάζουν «κατά φαντασίαν ασθενή», «υποχόνδριο» ή «φιλάσθενο», ή να μην ασχολούνται πια με την αγωνία του έχοντας βαρεθεί από τις επαναλαμβανόμενες συζητήσεις και τις ερωτήσεις του. Ο ίδιος όμως- και αυτό είναι που στους περισσότερους δεν είναι γνωστό-   αντιμετωπίζει στην πραγματικότητα μια ψυχική διαταραχή που δυσχεραίνει καθοριστικά την υγεία του και τη ζωή του στο σύνολο.
H διαταραχή άγχους ασθένειας (Illness anxiety disorder) ή διαταραχή άγχους για την υγεία ή υποχονδρίαση, που αποτελεί και την παλαιότερη και συνηθέστερη ονομασία , κατατάσσεται πλέον στην ομάδα των διαταραχών σωματικών συμπτωμάτων και σχετιζόμενων διαταραχών, σύμφωνα με την 5η έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας. Τα κριτήρια που πρέπει να πληροί κάποιος ώστε να διαγνωσθεί με υποχονδρίαση είναι α)να ενασχολείται με το φόβο ή με την ιδέα ότι έχει ή αποκτά μια σοβαρή ασθένεια, β)να μην υπάρχουν σωματικά συμπτώματα ή αν υπάρχουν να είναι μικρής έντασης, γ)να υπάρχουν υψηλά επίπεδα άγχους για την υγεία και το άτομο να πανικοβάλλεται εύκολα σχετικά με την προσωπική κατάσταση της υγείας του, δ)να επιδίδεται σε υπερβολικές συμπεριφορές σχετιζόμενες με την υγεία (πχ. να ελέγχει επανειλημμένα το σώμα του για σημάδια ασθένειας) ή να παρουσιάζει δυσπροσαρμοστικές αποφυγές (πχ να αποφεύγει ραντεβού με γιατρούς και νοσοκομεία) και στ) η ενασχόληση με την ιδέα της ασθένειας να είναι παρούσα το λιγότερο για 6 μήνες.
Παρόλο που η διαταραχή, όπως και οι περισσότερες, έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εμφάνιση και το ξέσπασμά της μπορεί να σχετίζεται προδιαθεσικά με παράγοντες, όπως η παρουσία σοβαρής ασθένειας στην παιδική ηλικία, η ύπαρξη άγχους για την υγεία στο οικογενειακό περιβάλλον και οι αντίστοιχες υπερβολικές συμπεριφορές, η νόσηση ή/και η απώλεια αγαπημένου προσώπου από σοβαρή ασθένεια. Πολλές φορές το άγχος για την υγεία «υποβόσκει» κατά την ανάπτυξη του ατόμου και συνήθως ξεσπά σε επίπεδο έντασης ψυχικής νόσου στα πρώτα έτη της ενήλικης ζωής, συχνά μετά από κάποιο αιφνίδιο και αγχογόνο γεγονός ή μετά από κάποιο σοβαρό- αλλά μη απειλητικό για τη ζωή- πρόβλημα υγείας .
Τι συμβαίνει όμως στο μυαλό των πασχόντων; Εμφανίζεται η επίμονη ανησυχία μήπως πάσχουν από κάποια σοβαρή ασθένεια, όπως καρκίνο, aids, σκλήρυνση κατά πλάκας. Ένα ποσοστό των πασχόντων πραγματοποιεί ένα μεγάλο αριθμό από ιατρικά ραντεβού και διαγνωστικές εξετάσεις, οι οποίες, παρόλο που επιβεβαιώνουν ότι ο ασθενής δεν πάσχει από αυτό από το οποίο φοβάται, δεν είναι αρκετά για να τον καθησυχάσουν, παραμόνο ίσως προσωρινά. Άλλοι, αντίθετα, αποφεύγουν να επισκευθούν γιατρούς από το φόβο μήπως επιβεβαιωθεί ο χειρότερος φόβος τους.  Άλλοι ψάχνουν για πληροφορίες στο διαδίκτυο για να έχουν οι ίδιοι τον έλεγχο της κατάστασής τους και να«αυτοδιαγνωσθούν», ή ακόμα καλύτερα να βρουν τις πληροφορίες που θα τους πείσουν ότι δεν πάσχουν από την ασθένεια την οποία φοβούνται. Ένας  φαύλος κύκλος επιδείνωσης αρχίζει: οι γιατροί μπορεί να κάνουν λάθος, οι εξετάσεις να μην έβγαλαν σωστά αποτελέσματα, το πρόβλημα να μην φάνηκε, το διαδίκτυο είναι ατελείωτο και η συμπτωματολογία μεταξύ ασθενειών έχει πάντα κοινά σημεία. Η ανησυχία μεγαλώνει, το άγχος αυξάνεται, τα σωματικά συμπτώματα άγχους  παρερμηνεύονται ως δυνατότερες ενδείξεις της ασθένειας από την οποία το άτομο φοβάται ότι πάσχει. Η υπερεγρήγορση και ο εστιασμός του ατόμου στις αισθήσεις του σώματός του έχει ως αποτέλεσμα αυτές να υπερεκτιμώνται, και να γίνονται αντιληπτές ως περισσότερα ή εντονότερα συμπτώματα, τα οποία επιβεβαιώνουν ξανά τους φόβους του.
Η υποχονδρίαση εμφανίζεται περίπου στο 2-10% του γενικού πληθυσμού στη διάρκεια ενός έτους, σε ίσα ποσοστά μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ στα παιδιά είναι σπάνια. Είναι διαταραχή που γίνεται χρόνια και παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις. Έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή του ατόμου καθώς μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό την οικογενειακή ζωή, την εργασία, τις κοινωνικές σχέσεις αλλά και την ίδια την υγεία του πάσχοντα, λόγω υιοθέτησης δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών ως προς αυτήν (πχ. να αποφεύγει επισκέψεις σε γιατρό) και λόγω δευτερογενών οργανικών και ψυχολογικών παθήσεων εξαιτίας του υψηλού άγχους (πχ. προβλήματα στον ύπνο, στη γαστρεντερική λειτουργία, ανάπτυξη διαταραχής της διάθεσης κ.α.). Η κατάθλιψη είναι συχνό επακόλουθο για τους πάσχοντες καθώς απελπίζονται μη μπορώντας να απαλλαγούν από το εξαντλητικό μόνιμο άγχος τους, αλλά και εξαιτίας του κοινωνικού στίγματος, που συνοδεύει δυστυχώς ακόμα και στις μέρες μας τον ασθενή με υποχονδρίαση.
Είναι επομένως φανερό πως είναι σημαντικό να υπάρξει παρέμβαση από ειδικό ψυχικής υγείας και όσο το δυνατό νωρίτερα. Η θεραπεία που επίσημα προτείνεται ως περισσότερο αποτελεσματική για την υποχονδρίαση είναι η γνωσιακή- συμπεριφορική θεραπεία. Στα πλαίσια της θεραπείας οι πάσχοντες ενημερώνονται για το ρόλο των αποφυγών και των δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών τους στη διατήρηση και διαιώνιση της διαταραχής, εκπαιδεύονται στη διαχείριση του άγχους και των σωματικών συμπτωμάτων τους, εκπαιδεύονται σε θετικότερους και πιο λειτουργικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφορές σε σχέση με την υγεία. Η φαρμακευτική αγωγή συμπληρωματικά έχει επίσης φανεί χρήσιμη ειδικότερα σε χρόνιες περιπτώσεις.