Κοινωνικό άγχος και Διαταραχή Κοινωνική Φοβίας στην εφηβεία περίοδος ευαλωτότητας και θεραπευτικές ευκαιρίες


Κοινωνικό άγχος 
Η εφηβεία είναι μια μεταβατική περίοδος μεταξύ ενήβωσης και ενηλικίωσης που χαρακτηρίζεται από πολύπλευρες μεταβολές.  




Από τις πιό σημαντικές ψυχο-κοινωνικές αλλαγές είναι η αυξανόμενη αντίληψης της προοπτικής των άλλων και η  αύξηση της συναισθηματικής απαντητικότητας σε κοινωνικά ερεθίσματα.  Οι αλλαγές αυτές έχουν νευρο-βιολογική βάση, δηλαδή είναι συνδεδεμένες με τη ωρίμανση εγκεφαλικών δικτύων που προάγει την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη και διευκολύνει τους εφήβους να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες. Μεταβαλλόμενες γιατί στην εφηβεία ο χρόνος με τους γονείς μειώνεται ενώ οι αλληλεπιδράσεις με τους συνομηλίκους γίνονται πιο συχνές.
Οι συνομήλικοι σταδιακά γίνονται οι σημαντικοί άλλοι. Για παράδειγμα, οι έφηβοι ανησυχούν περισσότερο  για την αξιολόγηση που θα λάβουν από τους συνομηλίκους τους –πολύ περισσότερο από τα παιδιά και τους ενήλικες. Επίσης, οι έφηβοι συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους ομοίους τους - πολύ περισσότερο από ότι οι προ-έφηβοι- και οι έφηβοι είναι ιδιαίτερα ενήμεροι για το τι αρέσει στους συνομηλίκους του-  σε μουσική, μόδα και γλωσσικούς νεολογισμούς.   Σε σημαντικό βαθμό, και ιδιαίτερα στη πρώιμη εφηβεία, ενστερνίζονται/υιοθετούν όσα αρέσουν στους συνομήλικους, και εσωτερικεύουν τα αντίστοιχα πρότυπα συμπεριφοράς.   Το διαδίκτυο, και ειδικά τα κοινωνικά δίκτυα, διευκολύνουν σημαντικά τη διαδικασία αυτό-παρουσίασης,  σύγκρισης και κοινωνικής ανατροφοδότησης.  Γενικά, ως αποτέλεσμα αναπτυξιακών αλλαγών, στην εφηβεία οι σχέσεις με τους συνομήλικους γίνονται ιδιαίτερα σημαντικές και ολοένα πιο απαιτητικές.  
Αυτές οι κοινωνικό-συναισθηματικές μεταβολές και οι αυξανόμενες κοινωνικές ανάγκες βάζουν τους εφήβους σε αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση κοινωνικών δυσκολιών, και συχνά πυροδοτούν κοινωνικό άγχος.  Ο κίνδυνος αυτός αφορά ιδιαιτέρως κάποιους εφήβους που στην παιδική ηλικία ήταν συνεσταλμένοι, και που δεν είχαν αρκετές ευκαιρίες μάθησης κοινωνικών δεξιοτήτων.  Τα παιδιά αυτά στην εφηβεία, συχνά αρχίζουν να αποφεύγουν τις  κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με τους ομοίους. Η αποφυγή είναι ένας μηχανισμός διαχείρισης του κοινωνικού τους άγχους και της δυσκολίας να ανταπεξέλθουν σε ολοένα πιο σύνθετες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις – όπως η ένταξη σε μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες και η αλληλεπίδραση με το αντίθετο φύλο. Παρότι επιφέρει παροδική μείωση του άγχους, η αποφυγή είναι  μια δυσλειτουργική στρατηγική. Γιατί, ενώ η κοινωνική αλληλεπίδραση παρέχει στους εφήβους σημαντικές ευκαιρίες καλλιέργειας κοινωνικών δεξιοτήτων, η αποχή από τα κοινωνικά δρώμενα στερεί από κάποιους εφήβους αυτές τις ευκαιρίες μάθησης. Τους «κρατάει πίσω» κοινωνικά,  και επιφέρει αποξένωση και  αίσθημα ανεπάρκειας. Αυτό με τη σειρά τους οδηγούν σε αυξημένο κοινωνικό άγχος, δρομολογώντας ένα φαύλο κύκλο κοινωνικής άγχους και  δυσλειτουργίας, που μπορεί δυνητικά να οδηγήσει στη Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους (ΔΚΑ).
Η ΔΚΑ είναι ένα «εφηβική φαινόμενο» καθώς το 75% των περιπτώσεων που εμμένουν στην ενήλικη ζωή  ξεκινούν στη μέση εφηβεία, με μέση ηλικία έναρξης τα 13 έτη.  Η ΔΚΑ χαρακτηρίζεται από έντονο φόβο παρατήρησης και αρνητικής αξιολόγησης/κριτικής από τους άλλους. Φαίνεται ότι οι έφηβοι που εκδηλώνουν ΔΚΑ, εκτός από τις συμπεριφορικές αποφυγές διακατέχονται και από αρνητικές ή και καταστροφικές σκέψεις, που είναι συνδεδεμένες με τις αποφυγές και τις έντονες συναισθηματικές απαντήσεις τους σε κοινωνικά ερεθίσματα. Αρα, η εφηβεία είναι μια περίοδος ευαλωτότητας εκδήλωσης ψυχο-κοινωνικών προβλημάτων.

Η εφηβεία δεν είναι μόνο εποχή ευαλωτότητας, αλλά και ένα παράθυρο ευκαιρίας για μάθηση. Τα τελευταία χρόνια η επιστήμη έχει αποδείξει ότι η εφηβεία αποτελεί ένα παράθυρο-ευκαιρία για αυξημένη μάθησης. Αυτό οφείλεται στην πλαστικότητας του εγκεφάλου κατά την αναπτυξιακή αυτή περίοδο. Επίσης, ο εφηβικός εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα δεκτικός σε κοινωνικά ερεθίσματα. Οι έφηβοι μπορεί εύκολα να κινητοποιηθούν να συμμετάσχουν σε  κοινωνικού περιεχομένου παρεμβάσεις, στο πλαίσιο ατομικής ή ομαδικής  γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας (ΓΣΘ), που είναι η θεραπεία επιλογής για την ΔΚΑ.